Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Dolls (2002)

Ελληνικός τίτλος: Κούκλες
Σκηνοθεσία: Takeshi Kitano
Παίζουν: Miho Kanno, Hidetoshi Nishijima, Tatsuya Mihashi, Chieko Matsubara, Kyoko Fukada
Χώρα: Ιαπωνία
Είδος: Σπονδυλωτή / Δράμα / Ρομάντζο

Υπόθεση: Οι ερωτικές ιστορίες ενός ζευγαριού, μιας σημαδεμένης τραγουδίστριας και ενός γερασμένου μαφιόζου που ξανασυναντά την παλιά αγαπημένη του.; (Πηγή cine.gr)







Ποτέ δεν περίμενα από ένα σκηνοθέτη σαν τον Takeshi Kitano - γνωστός κυρίως για τις γκαγκστερικές και αστυνομικές του ταινίες στις οποίες κυριαρχούν οι σκληρές και αιματηρές σκηνές βίας, οι άγραφοι κανόνες της Γιακούζα, η εκδίκηση κτλ. – να δω μια ταινία τόσο βαθύτατα συγκινητική, τόσο ανθρώπινη, με άλλα λόγια μια ταινία με τόσο συναίσθημα. Και το λέω αυτό γιατί όσες ταινίες του είχα δει ήταν ψυχρές, απότομες, απογυμνωμένες από κάθε είδους συναισθήματα. Μοναδική εξαίρεση το καταπληκτικό Hana-bi που όμως κι εκεί είχα την αίσθηση ότι κάτι έλειπε. Και αυτό το κάτι το βρήκα εδώ, στην μοναδική ταινία που είδα και δεν έπαιζε ο Kitano. Τυχαίο; Δεν νομίζω.

Η υπόθεση της ταινίας περιστρέφεται γύρω ένα πρόλογο και τρεις σπονδυλωτές ερωτικές (κάτι που δεν μας έχει συνηθίσει ο Kitano) ιστορίες των οποίων η μοίρα διασταυρώνει τις ιστορίες τους, χωρίς όμως να έχουν επίδραση η μία στην άλλη.

Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Παρακολουθούμε την παράσταση ενός κουκλοθέατρου με θέμα την τραγική κατάληξη ενός ζευγαριού. Άραγε πως συνδέεται αυτή η παράσταση με τις υπόλοιπες ιστορίες;

Η ΠΡΩΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ιστορία δυο ερωτευμένων νέων που ενώ είχαν αρχικά αποφασίσει να παντρευτούν, τελικά η πλευρά του αγοριού υποκύπτει στις ασφυκτικές πιέσεις των γονιών του να παντρευτεί την κόρη του αφεντικού του. Μην μπορώντας να το αντέξει αυτό η κοπέλα θα οδηγηθεί σε μια αποτυχημένη απόπειρας αυτοκτονίας, που έχει ως αποτέλεσμα όμως να χάσει τα λογικά της. Μόλις το μαθαίνει αυτό το αγόρι, έχοντας μετανιώσει και συνειδητοποιήσει το λάθος και το κακό που προκάλεσε, παρατάει τα πάντα (την μέλλουσα νύφη, την οικογένειά του, την δουλειά του) ώστε να βρίσκεται κοντά στην κοπέλα που αγαπά. Χωρίς λεφτά, χωρίς τίποτα και στιγματισμένοι από την κοινωνία ως οι “δεμένοι ζητιάνοι” θα ξεκινήσουν ένα ατελείωτο ταξίδι. Άραγε αυτό το ταξίδι έχει κάποιο προορισμό;

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ιστορία ενός ηλικιωμένου μαφιόζου ο οποίος με αφορμή την άφιξη του καινούργιου σωματοφύλακα αναπολεί κάποιες σημαδιακές στιγμές τις ζωής του και κυρίως του πρόωρου τέλους στην σχέση του με μια κοπέλα όταν βρισκόταν σε νεαρή ηλικία επειδή νόμιζε ότι θα αποτελούσε εμπόδιο στην “καριέρα” του ως γκάνγκστερ. Άραγε είναι αργά για μια δεύτερη ευκαιρία;

Η ΤΡΙΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ιστορία μιας πανέμορφης διάσημης τραγουδίστριας της ποπ όπου ύστερα από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα θα τραυματιστεί σοβαρά στο πρόσωπό της, με αποτέλεσμα να αποτραβηχτεί για το υπόλοιπο της ζωής της σε μια άγνωστη κι έρημη τοποθεσία κι ενός φανατικού θαυμαστή της ο οποίος ύστερα από αυτό θα προσπαθήσει απεγνωσμένα να την δει. Άραγε μέχρι που μπορεί να τον οδηγήσει η απεριόριστη αγάπη του για την τραγουδίστρια ώστε να καταφέρει να την συναντήσει;

Τρεις συγκλονιστικές-τραγικές-καταραμένες ιστορίες που υπερβαίνουν τις ανθρώπινες συμβάσεις. Η μια καλύτερη από την άλλη όπου δεν ξέρεις ποια να πρωτοξεχωρίσεις. Ωστόσο ο Kitano δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα στην πρώτη ιστορία όχι μόνο λόγω της μεγαλύτερης διάρκεάς της αλλά και από το γεγονός ότι αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των άλλων δυο ιστοριών. Ο φαύλος αυτός κύκλος λοιπόν, όπου η μία ιστορία διαδέχεται την άλλη, θα τελειώσει μόνο όταν θα φτάσουν στον τελικό προορισμό τους.

Πέρα του γνωστού σκηνοθετικού ύφους που διακρίνει τον Kitano (θα το χαρακτήριζα απότομο, κοφτερό, κι επιτηδευμένα ελλιπής ως προς την αφήγηση) ο δαιμόνιος σκηνοθέτης χειρίζεται επιδέξια και λειτουργικά την χρονική σειρά των γεγονότων αναταράσσοντας την φυσική ροή τους: αναδρομές/flashback που εισβάλουν απότομα στην πλοκή, χρήση προδρομών (το αντίθετο του flashback) όπου πρώτα εμφανίζονται οι σκηνές που έχουν συμβεί στο άμεσο μέλλον και μετά γυρίζει στο παρόν και προχωράει μέχρι να φτάσει σε εκείνες με τις οποίες άρχισε, την ίδια σκηνή αλλά από διαφορετικές οπτικές σκοπιές, μια υπέροχη ονειρική σεκάνς. Όλα αυτά λοιπόν δίνουν στην ταινία μια πολυσύνθετη μορφή στην αφήγησή της, κάνοντάς την έτσι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα και λιγότερο προβλέψιμη. Κάτι που προσωπικά πιστεύω ότι είναι κι ένα από τα μεγαλύτερα ατού της. Υπέροχη η φωτογραφία και η μουσική όπου “ντύνουν” τις μαγευτικές εικόνες πανέμορφων τοπίων (πάρκα, χιονισμένα βουνά, ρυάκια, γεφυράκια, δέντρα) με λυρισμό και μια δόση μελαγχολίας.

Μα πάνω από όλα, πέρα από τις όποιες κινηματογραφικές αναλύσεις, είναι ένα αριστούργημα σπάνιας εικαστικής ομορφιάς, βαθύτατα συγκινητικό χωρίς να καταφεύγει σε μελοδραματισμούς, βαθύτατα ανθρώπινο παρά τις όποιες αβανταδόρικες ιστορίες της. Ένα αριστούργημα όπου αφήνει τους λιγοστούς διαλόγους σε δεύτερη μοίρα ώστε να μας μιλήσει μέσα από τις μαγευτικές εικόνες της, τις σιωπές, τις ματιές και κυρίως μέσα από τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών της. Αυτό άλλωστε δεν έχει και την μεγαλύτερη σημασία;


5/5:
Αριστούργημα

0: Κακή / 1: Μετριότατη / 2: Έτσι κι έσι / 3: Καλή / 4: Πολύ καλή / 5: Αριστούργημα